ΛΗΘΗ α compás
Λήθη_
(χωρίς πληθυντικό)
Η έλλειψη μνήμης.
Το να ξεχνά κανείς (κάποιον ή κάτι).
Συνώνυμα: λησμοσύνη, λησμονιά.
Αντίθετα: μνήμη, θύμηση.
Ετυμολογία από το αρχαίο λανθάνω = υπάρχω χωρίς να γίνομαι εύκολα αντιληπτός.
Η έλλειψη μνήμης.
Το να ξεχνά κανείς (κάποιον ή κάτι).
Συνώνυμα: λησμοσύνη, λησμονιά.
Αντίθετα: μνήμη, θύμηση.
Ετυμολογία από το αρχαίο λανθάνω = υπάρχω χωρίς να γίνομαι εύκολα αντιληπτός.
Α Compάs_
Ο κώδικας επικοινωνίας μιας μουσικής και χορευτικής κουλτούρας που καθορίζει τα όρια της μουσικής φράσης, δημιουργώντας αδυσώπητη ακρίβεια και ανεξέλεγκτη ελευθερία.
Μια συνεννόηση μεταξύ των μελών με στόχο την επικοινωνία, την ευχαρίστηση και τη μεταφορά πληροφορίας (στίχος, συναίσθημα, συγχορδία).
Η εξωστρέφεια της έκφρασης προτείνει μια νέα φόρμα, μακριά από την προσποίηση και πιο κοντά στον εξπρεσιονισμό. Μια ανοιχτή καρδιά, με έξω φωνή, παραστατική κίνηση και δραματική μουσική προσέγγιση…
Το φλαμένκο ως είδος ξεπερνάει τα στενά όρια του φολκλόρ και ζητάει μυημένους δεξιοτέχνες.
Μια συνεννόηση μεταξύ των μελών με στόχο την επικοινωνία, την ευχαρίστηση και τη μεταφορά πληροφορίας (στίχος, συναίσθημα, συγχορδία).
Η εξωστρέφεια της έκφρασης προτείνει μια νέα φόρμα, μακριά από την προσποίηση και πιο κοντά στον εξπρεσιονισμό. Μια ανοιχτή καρδιά, με έξω φωνή, παραστατική κίνηση και δραματική μουσική προσέγγιση…
Το φλαμένκο ως είδος ξεπερνάει τα στενά όρια του φολκλόρ και ζητάει μυημένους δεξιοτέχνες.
Η παράσταση
Η «Λήθη a compás» είναι μία παράσταση που διερευνά τη σχέση του λόγου με την κίνηση και τον ρυθμό. Αφορμή αυτής της εργασίας υπήρξε το ενδιαφέρον μου για το μυστηριώδες κείμενο της «Λήθης» του Δημήτρη Δημητριάδη και η αγάπη μου γα το φλαμένκο. Μέσα από τον ρυθμό και την πυρετώδη επικοινωνία της κίνησης με τον λόγο, ξεπηδάνε οι λέξεις σαν μορφές, σαν αυτόνομες οντότητες, δημιουργώντας ένα μωσαϊκό από έννοιες και εικόνες. Ένα τοπίο εσωτερικό, μια αρένα για την εξερεύνηση της πορείας του σώματος προς τη Λήθη.
Φορείς αυτής της σύμβασης, τρεις ερμηνευτές: ένας μουσικός, μία χορεύτρια, μια ηθοποιός. Υπηρετούν μια παρτιτούρα μεταφυσικά απλή και ευκρινή, βασανιστικά επαναληπτική και, τελικά, βαθιά λυτρωτική. Μέσα από μια σχέση με την αγωνία της απόκλισης και της παραφωνίας, όπως συμβαίνει στη ζωή και στην τέχνη. Ο εμπνευσμένος Δημητριάδης αποφεύγει τις ερωτήσεις και δίνει ήρεμες απαντήσεις. Δονούμενες από μικρές επαναληπτικές φράσεις με κρυμμένα μυστικά.
«Είμαι εγώ, μόνον εγώ, εγώ και τίποτα άλλο, εγώ κι άλλος κανείς. Έτσι μπορούν όλα ν’ αρχίσουν, επειδή νιώθω έτσι. Όλα από μένα που είμαι εγώ και άλλος κανείς και άλλο τίποτα και από πουθενά έρχομαι και από πουθενά προέρχομαι».
Διαλέγοντας το υπαρξιακό κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη και αντιμετωπίζοντάς το ουσιαστικά σαν τραγούδι, έχουμε αυτόματα ένα πεδίο έρευνας ανάμεσα σε αυτό και στα δομικά υλικά της τέχνης τού φλαμένκο. Οι κοφτές επαναλαμβανόμενες φράσεις, οι πυκνές έννοιες, οι κρυμμένες μελωδίες στη σύνταξη και στην επιλογή των λέξεων, σε συνδυασμό με τους πλούσιους ρυθμούς του χορού, αποτέλεσαν το όχημα της εργασίας μας. Αποκαλύφθηκε, έτσι, ο κραδασμός στον λόγο, που δικαίως μεταφράζεται σε Ντουέντε. Ο στίχος δεν τραγουδιέται, όπως γίνεται στο φλαμένκο, αλλά μιλιέται, δημιουργώντας ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με τη φόρμα της παράστασης.
Φορείς αυτής της σύμβασης, τρεις ερμηνευτές: ένας μουσικός, μία χορεύτρια, μια ηθοποιός. Υπηρετούν μια παρτιτούρα μεταφυσικά απλή και ευκρινή, βασανιστικά επαναληπτική και, τελικά, βαθιά λυτρωτική. Μέσα από μια σχέση με την αγωνία της απόκλισης και της παραφωνίας, όπως συμβαίνει στη ζωή και στην τέχνη. Ο εμπνευσμένος Δημητριάδης αποφεύγει τις ερωτήσεις και δίνει ήρεμες απαντήσεις. Δονούμενες από μικρές επαναληπτικές φράσεις με κρυμμένα μυστικά.
«Είμαι εγώ, μόνον εγώ, εγώ και τίποτα άλλο, εγώ κι άλλος κανείς. Έτσι μπορούν όλα ν’ αρχίσουν, επειδή νιώθω έτσι. Όλα από μένα που είμαι εγώ και άλλος κανείς και άλλο τίποτα και από πουθενά έρχομαι και από πουθενά προέρχομαι».
Διαλέγοντας το υπαρξιακό κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη και αντιμετωπίζοντάς το ουσιαστικά σαν τραγούδι, έχουμε αυτόματα ένα πεδίο έρευνας ανάμεσα σε αυτό και στα δομικά υλικά της τέχνης τού φλαμένκο. Οι κοφτές επαναλαμβανόμενες φράσεις, οι πυκνές έννοιες, οι κρυμμένες μελωδίες στη σύνταξη και στην επιλογή των λέξεων, σε συνδυασμό με τους πλούσιους ρυθμούς του χορού, αποτέλεσαν το όχημα της εργασίας μας. Αποκαλύφθηκε, έτσι, ο κραδασμός στον λόγο, που δικαίως μεταφράζεται σε Ντουέντε. Ο στίχος δεν τραγουδιέται, όπως γίνεται στο φλαμένκο, αλλά μιλιέται, δημιουργώντας ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με τη φόρμα της παράστασης.
Συντελεστές:
Κείμενο: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Γεωργία Τσαγκαράκη
Χορογραφία: Βικτώρια Κόκκιζα
Μουσική: Roland Hoffmann
Video art / live video: Μαρία Αθανασοπούλου
Βοηθός χειριστής video: Γιώργος Καρτάλος
Φωτογραφίες παράστασης και τρέιλερ: Χάρης Γερμανίδης
Σχεδιασμός φώτων: Adrian Frieling
Ηχοληψία: Σπύρος Δουκέρης
Κείμενο: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Γεωργία Τσαγκαράκη
Χορογραφία: Βικτώρια Κόκκιζα
Μουσική: Roland Hoffmann
Video art / live video: Μαρία Αθανασοπούλου
Βοηθός χειριστής video: Γιώργος Καρτάλος
Φωτογραφίες παράστασης και τρέιλερ: Χάρης Γερμανίδης
Σχεδιασμός φώτων: Adrian Frieling
Ηχοληψία: Σπύρος Δουκέρης
Ερμηνεύουν:
Γεωργία Τσαγκαράκη
Βικτώρια Κόκκιζα
Roland Hoffmann
Γεωργία Τσαγκαράκη
Βικτώρια Κόκκιζα
Roland Hoffmann
LITHI (Oblivion) α compάs
The performance
“Lithi a compάs” is a performance that explores the relationship between speech, movement and rhythm. The inspiration for this work came with my interest in the mysterious text of “Λήθη / Oblivion” by Dimitris Dimitriadis and my love for the genre of Flamenco. Through rhythm and the feverish communication of movement with speech, words spring up as forms, as autonomous entities, creating a mosaic of concepts and images. An interior landscape, an arena for exploring the body’s path to Oblivion.
Holders of this convention, three performers: a musician, a dancer, an actor. They serve a score metaphysically simple and clear, torturously repetitive and ultimately deeply liberating. Through a relationship with the agony of divergence and discordance, as in life and art. Dimitris Dimitriadis, always inspired, avoids questions and gives calm answers. Vibrated by small repetitive phrases with hidden secrets.
“It's me, just me, me and nothing else, me and no one else. That’s how it all starts, because that’s how I feel. All from me who is me and no one else and nothing else and from nowhere I come and from nowhere I come”.
By choosing the existential text of Dimitris Dimitriadis and treating it essentially as a song, we automatically have a field of research between the play and the basic materials of Flamenco art. The sharp repetitive phrases, the dense meanings, the hidden melodies in the syntax and the choice of words, in combination with the rich rhythms of the dance, became the vehicle of our work. Thus the vibration in the Word was revealed, which rightly translates into Duente. The lyrics are not sung, as is done in flamenco, but spoken, thus creating interesting questions about the form of the performance.
Holders of this convention, three performers: a musician, a dancer, an actor. They serve a score metaphysically simple and clear, torturously repetitive and ultimately deeply liberating. Through a relationship with the agony of divergence and discordance, as in life and art. Dimitris Dimitriadis, always inspired, avoids questions and gives calm answers. Vibrated by small repetitive phrases with hidden secrets.
“It's me, just me, me and nothing else, me and no one else. That’s how it all starts, because that’s how I feel. All from me who is me and no one else and nothing else and from nowhere I come and from nowhere I come”.
By choosing the existential text of Dimitris Dimitriadis and treating it essentially as a song, we automatically have a field of research between the play and the basic materials of Flamenco art. The sharp repetitive phrases, the dense meanings, the hidden melodies in the syntax and the choice of words, in combination with the rich rhythms of the dance, became the vehicle of our work. Thus the vibration in the Word was revealed, which rightly translates into Duente. The lyrics are not sung, as is done in flamenco, but spoken, thus creating interesting questions about the form of the performance.
Credits
Text: Dimitris Dimitriadis
Directed by: Georgia Tsangaraki
Choreography: Victoria Kokkiza
Music: Roland Hoffmann
Video art / live video: Maria Athanasopoulou
Assistant video operator: George Kartalos
Photography and trailer: Haris Germanidis
Lighting design: Adrian Frieling
Sound design: Spyros Doukeris
Directed by: Georgia Tsangaraki
Choreography: Victoria Kokkiza
Music: Roland Hoffmann
Video art / live video: Maria Athanasopoulou
Assistant video operator: George Kartalos
Photography and trailer: Haris Germanidis
Lighting design: Adrian Frieling
Sound design: Spyros Doukeris
Performers:
Georgia Tsangaraki
Victoria Kokkiza
Roland Hoffmann
Georgia Tsangaraki
Victoria Kokkiza
Roland Hoffmann